Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2012

Ευγενίας Φακίνου "Η ζωή στη Σύμη"


Ευγενία Φακίνου

Η ζωή στη Σύμη
Ενδεικτικές πληροφορίες για τη συγγραφέα.
-      Η Ευγενία Φακίνου γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1945 και μεγάλωσε στην Αθήνα, όπου σπούδασε γραφικές τέχνες και αρχαιολογική ξενάγηση. Αφού εργάστηκε μερικά χρόνια σε περιοδικά ως γραφίστας, το 1975 δημιούργησε το «αντικειμενοθέατρο» Ντενεκεδούπολη, που ήταν ένα πρωτότυπο κουκλοθέατρο από πεταμένα αντικείμενα, κυρίως ντενεκεδάκια. Το είδος αυτό παιδικού θεάτρου αγαπήθηκε πολύ από τα παιδιά. Η Φακίνου έγραψε και εικονογράφησε 17 παιδικά βιβλία, ενώ από το 1982 άρχισε να γράφει και μυθιστορήματα. Γενικά τα βιβλία της κάνουν πολλές επανεκδόσεις και έχουν κυκλοφορήσει σε εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα, ενώ τα μυθιστορήματα της έχουν μεταφραστεί σε πολλές ξένες γλώσσες (αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ρωσικά, ουγγρικά, ολλανδικά, δανέζικα, σερβικά και ιταλικά).
-      Έργα. Παιδικά βιβλία. Το αστέρι των Χριστουγέννων — Τα Ελληνάκια Ο κύριος Ουλτραμέρ Ξύπνα Ντενεκεδούπολη — Στο Κουρδιστάν — Το μεγάλο ταξίδι του Μελένιου — Μια μικρή καλοκαιρινή ιστορία κ.ά.
-      Μυθιστορήματα. Αστραδενή (1982) - Το έβδομο ρούχο (1983) - Η μεγάλη πράσι­νη (1987) - Γάτα με πέταλα (1990) - Ζάχαρη στην άκρη (1991) - Η Μερόπη ήταν το πρόσχημα (1994) - Εκατό δρόμοι και μία νύχτα (1997) - Τυφλόμυγα (2000).

Θεματικά κέντρα
Ø      Ανάγκες που γεννιούνται σε αιγαιοπελαγίτικα νησιά (λειψυδρία κ.ά.).
Ø      Νησιώτικη αρχιτεκτονική προσαρμοσμένη στις οικογενειακές ανάγκες.
Ø      Ομαδική ζωή και ανθρώπινες σχέσεις που βασίζονται στη συνεργασία και την αλληλεγγύη.
Ø      Παιδικά παιχνίδια και ελεύθερος χρόνος σε μια παραδοσιακή κοινωνία.

Ερμηνευτικές  επισημάνσεις
α. κόβανε κουρέλια για κουρελούδες. Οι κουρελούδες ήταν υφαντά καλύμματα του δαπέδου των δωματίων (όπως τα χαλιά και τα κιλίμια). Οι γυναίκες αξιοποιώντας παλιά ρούχα και κομμάτια από υφάσματα, ανεξάρτητα από χρώμα ή ποιότητα, τα έκοβαν σε λουρίδες φάρδους 1-2 εκατοστών και αυτές τις χρησιμοποιούσαν ως υφάδι για την ύφανση της κουρελούς.
β. Δεν έχουν στέρνα, να φοβούνται μην πατώσει και μείνουν χωρίς νερό. Οι Αθηναίοι ξοδεύουν το νερό σπάταλα, γιατί το έχουν άφθονο, ενώ στο νησί συγκεντρώνουν το νερό της βροχής στη στέρνα και το ξοδεύουν με φειδώ, επειδή φοβούνται μήπως αυτό τελειώσει και φανεί έτσι στεγνός ο πυθμένας της (ο «πάτος» της) με την εξάντληση του νερού. Με τη φράση τονίζεται η σπατάλη του νερού στην Αθήνα από τους κατοίκους της σε συσχετισμό με τη λειψυδρία της Σύμης.
γ. κάπως μυρίζει... αλλιώτικο στο στόμα... σα φάρμακο. Το χωρίο αναφέρεται στην οσμή του χλωρίου (το νερό των μεγάλων δεξαμενών των πόλεων χλωριώνεται πριν διοχετευτεί στο δίκτυο).



Ενδεικτική ερμηνευτική προσέγγιση

Γενικά σχόλια για το συγκεκριμένο μυθιστόρημα της Φακίνου
. Στο μυθιστόρημα της Ευγενίας Φακίνου Αστραδενή οι αφηγήσεις της ηρωίδας κινούνται σε δύο επίπεδα. Το πρώτο αφορά τις εμπειρίες που ζει η μικρή Αστραδενή με τον ερχομό της στην πρωτεύουσα, όπου η ζωή διαφέρει ριζικά σε σύγκριση με τα βιώματα που έχει από τη μικρή κοινωνία της Σύμης. Στην Αθήνα γνωρίζει για πρώτη φορά τους φωταγωγούς στις πολυκατοικίες, τα σούπερ μάρκετ, το ασανσέρ, το πόσο περιορισμένα παίζουν τα παιδιά κ.ά. Παράλληλα όμως εμφανίζεται, ως συνέχεια του πρώτου, ένα δεύτερο επίπεδο που αφορά την παρουσίαση της ζωής στη Σύμη. Η Αστραδενή καθετί που γνωρίζει στην Αθήνα και της φαίνεται διαφορετικό, το βρίσκει αρνητικό συγκρίνοντας το με κάτι αντίστοιχο, συνήθως θετικό, από τη ζωή και τις συνήθειες της στη Σύμη. Θεωρεί δηλαδή ότι η ποιότητα ζωής στη Σύμη ήταν καλύτερη. Έτσι, με τη βοήθεια αυτής της τεχνικής το μυθιστόρημα είναι γεμάτο από νοσταλγικές εικόνες της παραδοσιακής ζωής στη Σύμη.

Γενικά σχόλια για το συγκεκριμένο απόσπασμα. Μια τέτοια περίπτωση έχουμε και στο απόσπασμα που ανθολογείται. Η μικρή Αστραδενή, κλεισμένη στην πολυκατοικία, στενοχωριέται επειδή είναι αναγκασμένη να κάθεται σε έναν καναπέ και δεν έχει άλλα συνομήλικα παιδιά να παίξει. Ο νους της επιστρέφει στη ζωή της στο νησί και στα παιχνίδια που έπαιζε με τις φίλες της. Τα παιχνίδια αυτά προσαρμόζονταν και εξαρτιόνταν από τις καιρικές συνθήκες. Εάν ο καιρός ήταν καλός, τα παιδιά έπαιζαν στην αυλή, εάν όχι, συγκεντρώνονταν μέσα στο σπίτι, στο μεγάλο δωμάτιο της κουζίνας.
Αυτή η νοσταλγική αναπόληση της Αστραδενής, που ξεκινά με αφορμή τα παιχνίδια με τις φίλες της, επεκτείνεται και αγκαλιάζει σκηνές από την καθημερινότητα των κατοίκων της Σύμης, όπου κυριαρχεί η ομαδικότητα: γυναίκες που κάνουν από κοινού τις δουλειές και αλληλοβοηθιούνται, παιδιά που παίζουν ομαδικά παιχνίδια. Η νοσταλγική ανάμνηση της Αστραδενής την οδηγεί συνειρμικά και σε μια περιγραφή του εσωτερικού ενός συμιακού σπιτιού, και ιδίως του δωματίου της κουζίνας,[u1]  όπου κυριαρχεί η λειτουργική αξιοποίηση του χώρου και διεξάγονται οι περισσότερες δραστηριότητες μικρών και μεγάλων: ύπνος, εργασία, παιχνίδι κ.ά. Τελευταίο σημείο της αναπόλησης της Αστραδενής είναι οι στέρνες που αναγκάζονται να διατηρούν οι νησιώτες, προκειμένου να συγκεντρώνουν νερό, για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της λειψυδρίας, πρόβλημα άγνωστο στους κατοίκους της πρωτεύουσας.

Συνήθειες και αντιλήψεις των κατοίκων της Σύμης
► Στην αφήγηση, πέρα από τις εργασίες και τις ασχολίες των γυναικών και των παιδιών της Σύμης, γίνεται λόγος και για κάποιες συνήθειες και αντιλήψεις των κατοίκων του μικρού αυτού νησιού. Έτσι στη Σύμη:
Ø      Οι μεγάλοι χρησιμοποιούν κάποια φόβητρα, για να καθίσουν φρόνιμα τα παιδιά (τα απειλούν ότι θα έρθει ο αράπης ή η γριά).
Ø      Δεν υπάρχουν εστίες θέρμανσης το χειμώνα λόγω του ήπιου κλίματος και χρησιμοποιούνται κάποια αφεψήματα, όπως το φασκόμηλο, για την περιστασιακή αντιμετώπιση του λίγου κρύου (το τζάκι δε χρησιμοποιείται με τον τρόπο που χρησιμοποιείται σε άλλες περιοχές).
Ø      Υπάρχει η δοξασία ότι το άναμμα του τζακιού έχει τη μαγική και υπερφυσική ιδιότητα να διώχνει το κακό από την οικογένεια.
Ø      Υπάρχει η δοξασία για τους καλικάντζαρους, που εμφανίζονται στη γη τις μέρες των Χριστουγέννων.
Ø      Καλλιεργούνται στα σπίτια καλλωπιστικά φυτά (βασιλικά, κατιφέδες).
Σε κάθε σπίτι συγκεντρώνουν το χειμώνα βρόχινο νερό σε ειδική στέρνα και το χρησιμοποιούν όλο το χρόνο με πολλή φειδώ λόγω λειψυδρίας


 [u1]Η Αστραδενή διαπιστώνει ότι οι κουζίνες στην Αθήνα είναι πολύ μικρές, στενόχωρες (κουτσουλές). Όμως στη Σύμη η κουζίνα είναι πολύ ευρύχωρη και αποτελεί τον κύριο χώρο του σπιτιού και το κέντρο της οικογενειακής ζωής (ένα μεγάλο δωμάτιο, πολύ μεγάλο, που κάνουμε όλες μας τις δουλειές).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου